Η Αλβανία καλύπτει επιφάνεια 2,8 εκατομμύριων εκτάριων, εκ των οποίων 699,021 αποτελούν καλλιεργήσιμη γεωργική γη (24% της συνολικής έκτασης).
Λιβάδια και βοσκοτόπια καταλαμβάνουν το 16%, ενώ η μη παραγωγική έκταση (αστική, εξωτερικά ύδατα) καταλαμβάνει το 15%, τα δάση 36%, και το υπόλοιπο 9%. Στο 50% και πλέον της καλλιεργήσιμης έκτασης κυριαρχούν οι ζωοτροφές, οι οποίες καλύπτουν κατά βάση την εγχώρια ζήτηση.
Όπως προκύπτει από έρευνα του ελληνικού Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων στα Τίρανα, η Ελλάδα αποτελεί σημαντικότατο εμπορικό εταίρο της Αλβανίας και στον τομέα των αγροτικών προϊόντων. Αρκετά ελληνικά προϊόντα κατέχουν ηγετική θέση στις αλβανικές εισαγωγές.
Ακολουθεί ενδεικτική απαρίθμηση των κυριοτέρων προϊόντων προς
διευκόλυνση του αναγνώστη:
ζωντανά χοιροειδή, κρέατα ποβατοειδών ή αιφοειδών
φρούτα (όπως εσπεριδοειδή, ροδάκινα, βερίκοκα, κεράσια κλπ)
λαχανικά (όπως καρότα, αγγούρια, κουνουπίδια κλπ),
υποκατηγορίες διατηρημένων και παρασκευασμένων λαχανικών,
γλυκά κουταλιού, μαρμελάδες και πολτοί φρούτων και τέλος
μπύρες και φυσικά μεταλλικά νερά.
Ωστόσο, από την παρούσα έρευνα συνάγεται και η ύπαρξη ισχυρού ανταγωνισμού ως προς ορισμένα αγροτικά προϊόντα, όπως για παράδειγμα το ελαιόλαδο και τα κρασιά, όπου αναδεικνύεται η ιταλική κυριαρχία στην αλβανική αγορά.
Παρά ταύτα, διαγράφονται σημαντικές προοπτικές για την περαιτέρω ανάπτυξη και ενίσχυση της θέσης των ελληνικών προϊόντων στην αλβανική αγορά. Βασική προϋπόθεση για μακροχρόνιες και σταθερές συνεργασίες είναι η συστηματική μελέτη και η μεθοδική προσέγγιση της εν λόγω αγοράς από τους ενδιαφερόμενους επιχειρηματίες.